O Εθνικός Κήπος συναποτελεί με τον κήπο του Ζαππείου Μεγάρου ένα πάρκο έκτασης 285 στρεμμάτων. Βρίσκεται δίπλα στο κτήριο της Βουλής των Ελλήνων, που είχε ανεγερθεί ως παλάτι των βασιλέων Όθωνα και Αμαλίας, και η κεντρική του είσοδος βρίσκεται στη λεωφόρο Αμαλίας, η οποία ονομάστηκε έτσι προς τιμήν της βασίλισσας που οραματίστηκε την ίδρυσή του. Υπάρχουν έξι ακόμα είσοδοι: μία από τη λεωφόρο Βασιλίσσης Σοφίας, τρεις από την οδό Ηρώδου Αττικού και δύο από την πλευρά του Ζαππείου. Μέσα στον Κήπο, που φιλοξενεί αρχαία ερείπια, κίονες, ψηφιδωτά, αλλά και προτομές της νεότερης εποχής, υπάρχουν λίμνες με πάπιες, ένας μικρός ζωολογικός κήπος, ένα καφενείο, η παιδική βιβλιοθήκη και μια παιδική χαρά.
Η αρχική του ονομασία, Βασιλικός Κήπος, οφειλόταν στο ότι δημιουργήθηκε από τη βασίλισσα Αμαλία, η οποία θεωρούσε πως τα ανάκτορα έπρεπε να διαθέτουν έναν χώρο όπου θα αναπτύσσονταν σπάνια είδη χλωρίδας και θα αποτελούσε πηγή ωραίων αρωμάτων, και προς τον σκοπό αυτό ζήτησε τις συμβουλές Βαυαρών και Γάλλων ειδικών. Κατά τη διάρκεια των πρώτων εργασιών φυτεύτηκαν 15.000 καλλωπιστικά φυτά που μεταφέρθηκαν από τη Γένοβα, αλλά και αυτοφυή είδη από το Σούνιο και την Εύβοια. Τη συντήρηση και τον εμπλουτισμό του Κήπου συνέχισε επί των ημερών του ο Γεώργιος Α΄.
Από την έξωση του Κωνσταντίνου Α΄, το 1917, ο χαρακτήρας του Κήπου θα αλλάξει. Το 1923 θα χαρακτηριστεί «κρατικός δημόσιος κήπος» και στη συνέχεια θα γίνουν νέες διευθετήσεις και θα αποδοθεί στους κατοίκους και τους επισκέπτες της πόλης, χωρίς να χάσει τον ρομαντικό του χαρακτήρα. Το 1939 ο συγγραφέας Χένρυ Μίλλερ διαβεβαίωνε: «Από τα πάρκα που έχω επισκεφθεί στη ζωή μου, κανένα άλλο δεν έχει παραμείνει τόσο πολύ στη μνήμη μου».
Έχοντας επιβιώσει ποικίλων φυσικών και ανθρωπογενών καταστροφών, ο Εθνικός Κήπος –με την ονομασία αυτή εμπεδωμένη από το 1974– είναι ανοιχτός για το κοινό καθημερινά από την ανατολή μέχρι τη δύση του Ηλίου.
Δε βρέθηκαν προσεχείς παραστάσεις.