Γιάννης Χουβαρδάς

Η άλλη πλευρά της καταιγίδας

Μια φανταστική συνάντηση του Όρσον Ουέλς με τον κόσμο του Ουίλλιαμ Σαίξπηρ

 

ΔΡΑΜΑΤΟΥΡΓΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ

 

Η παράσταση

 

Όμως αυτή την άξεστη μαγεία μου τώρα θα την απαρνηθώ …

Ουίλλιαμ Σαίξπηρ, Η καταιγίδα

 

Δεν ξέρω τι θα πει «απαρνούμαι» …

Όρσον Ουέλς, Η άλλη πλευρά του ανέμου

 

Η άλλη πλευρά της καταιγίδας είναι ο σκηνικός κόσμος μέσα στον οποίο διαδραματίζεται η εκδίκηση του μάγου της μεγάλης οθόνης Όρσον Ουέλς από όσους εμπόδισαν την εξέλιξή του στο Χόλλυγουντ. Κατά απροσδόκητο τρόπο, η ιστορία της εμπειρίας του με τα μεγάλα στούντιο, που λυμαίνονταν το αμερικανικό σινεμά της Χρυσής Εποχής, παρουσιάζει σκανδαλώδεις ομοιότητες με την ιστορία ζωής του Πρόσπερο, του μάγου από την Καταιγίδα του Σαίξπηρ. Η σύλληψη αντλεί επίσης έμπνευση από την τελευταία ταινία του Όρσον Ουέλς, Η άλλη πλευρά του ανέμου[1], αλλά και από άλλες ταινίες του (π.χ. F for Fake), καθώς και από στιγμές της καθημερινότητάς του και από πεποιθήσεις του περί δημιουργίας (π.χ. το «θεϊκό ατύχημα»[2]).

 

Η καταιγίδα [3] του Ουίλλιαμ Σαίξπηρ

Έργο του 1610, η Καταιγίδα είναι το γεμάτο πάθος ξεκαθάρισμα των λογαριασμών του μεγαλύτερου δραματουργού της ιστορίας με τον πραγματικό κόσμο. Θεωρείται το τελευταίο δημιούργημα, και ένα από τα πλέον σημαντικά, του Σαίξπηρ. Εκτός από φιλοσοφική και καλλιτεχνική αυτοβιογραφία, η Καταιγίδα αποτελεί ταυτόχρονα την ποιητική διαθήκη του και τον αποχαιρετισμό του στο θέατρο.

Ο Πρόσπερο, δούκας του Μιλάνου, προκειμένου να αφοσιωθεί στην τέχνη της μαγείας και τις μυστικιστικές μελέτες, παραχωρεί τον θρόνο στον αδερφό του Αντόνιο, ο οποίος, με τη βοήθεια του Αλόνζο, σφετερίζεται την εξουσία αλλά και την περιουσία τού Πρόσπερο. Μη σταματώντας εκεί, επιδιώκει να αφανίσει τόσο τον ίδιο όσο και την κόρη του Μιράντα, εγκαταλείποντάς τους στη θυελλώδη θάλασσα, πάνω σε ένα σαπιοκάραβο. Οι δυο τους, όμως, σώζονται και καταλήγουν σ’ ένα ερημονήσι.

Στο νησί, που κάποτε ανήκε στη μάγισσα Σίκοραξ, ο Πρόσπερο όχι μόνο γίνεται πολύτιμος δάσκαλος για τη Μιράντα αλλά και εξελίσσεται σε μεγάλο μάγο και αποκτά τέλειο έλεγχο σε στοιχεία της φύσης και ξωτικά, όπως είναι ο Άριελ, το αιθέριο πνεύμα που η Σίκοραξ είχε φυλακίσει στη διχάλα ενός δέντρου και που γίνεται πιστός ακόλουθος του Πρόσπερο. Υπηρέτης του Πρόσπερο και της Μιράντας χρίζεται ο γιος τής Σίκοραξ, ο Κάλιμπαν, τον οποίον ο Πρόσπερο προσπαθεί να εκπολιτίσει διδάσκοντάς του τη γλωσσική έκφραση· εκείνος, με τη σειρά του, μαθαίνει στον Πρόσπερο όλα τα μυστικά του νησιού. Όμως, έπειτα από μια απόπειρα βιασμού της Μιράντας από τον Κάλιμπαν, οι σχέσεις των δύο αντρών γίνονται πολύ κακές: ο Πρόσπερο φέρεται φριχτά στον Κάλιμπαν και ο Κάλιμπαν δεν χάνει ευκαιρία να καταριέται τον Πρόσπερο.

Στο μεταξύ, μια ευνοϊκή σύνοδος των άστρων φέρνει τον Πρόσπερο κοντά στο μεγάλο του σχέδιο, την εκδίκηση όσων του έκλεψαν τον θρόνο: Το καράβι των συνωμοτών ταξιδεύει κοντά στο νησί και ο Πρόσπερο προκαλεί, με τη μαγική τέχνη του, μια τρικυμία, κατά την οποία το καράβι βουλιάζει. Οι ναυαγοί, χωρισμένοι σε ομάδες, σκορπίζονται στο νησί και κάθε ομάδα πιστεύει ότι είναι η μόνη επιζήσασα. Η ομάδα των αρχόντων παρασύρεται από τις παραισθήσεις που προκαλεί ο Πρόσπερο και φτάνουν μέχρι το έγκλημα και την τρέλα. Οι γελοίοι ακόλουθοί τους, Στέφανο και Τρινκούλο, φτάνουν, χάρη σ’ ένα γερό μεθύσι και τις υποσχέσεις του Κάλιμπαν, να πιστέψουν πως μπορούν να ανατρέψουν τον Πρόσπερο και να γίνουν οι ίδιοι βασιλιάδες του νησιού, ενώ ο Φερντινάντο, γιος του Αλόνζο, συναντάει τη Μιράντα και την ερωτεύεται σφόδρα. Τελικά, στους συνωμότες αποκαλύπτεται ότι βασανίζονται επειδή είχαν αδικήσει τον Πρόσπερο. Ειλικρινά μεταμελημένοι, επιστρέφουν στον Πρόσπερο το δουκάτο του και ζητούν συγχώρεση. Όλοι συμφιλιώνονται και η Μιράντα με τον Φερντινάντο αρραβωνιάζονται. Ο Πρόσπερο ελευθερώνει τον Άριελ, αποκηρύσσει τη μαγεία κι εγκαταλείπει τα μαγικά του σύνεργα στο νησί, προτού επιστρέψει, και πάλι δούκας, στο Μιλάνο.

Η τρικυμία πέρασε, τα μάγια λύθηκαν και η παράσταση τελείωσε. Η ιστορία ξαναγυρίζει στην αφετηρία της, σαν να μη συνέβη τίποτα. Η ζωή ξαναρχίζει, όπως ήταν και πριν, για τους ήρωες του δράματος και για τους θεατές.

 

Η άλλη πλευρά της καταιγίδας του Γιάννη Χουβαρδά

Έργο του 2021-2022, η Άλλη πλευρά της καταιγίδας είναι το γεμάτο πάθος ξεκαθάρισμα των λογαριασμών ενός από τους μεγαλύτερους κινηματογραφιστές της ιστορίας με τα χολλυγουντιανά στούντιο που κυριαρχούσαν κατά τη Χρυσή Εποχή του αμερικανικού σινεμά, ένα αίτημα καλλιτεχνικής ελευθερίας αλλά και μια σπαρακτική ψυχανάλυση της δημιουργικής φύσης κάθε καλλιτέχνη.

Ο Πρόσπερο / Όρσον Ουέλς, ιδιοφυία της σκηνής και της οθόνης, προκειμένου να αφοσιωθεί σε ένα ιδιαίτερο ντοκιμαντέρ για το καρναβάλι στη Βραζιλία[4], παραχωρεί το υλικό και τα πνευματικά του δικαιώματα στο στούντιο με την ονομασία «Σίκοραξ»[5] και σε έναν φίλο του που λογάριαζε για αδερφό[6]. Εκείνοι, καθ’ υπόδειξη του Αλόνζο[7], αποπειρώνται να εξαφανίσουν την πρώτη ταινία του Πρόσπερο / Όρσον Ουέλς, τον Πολίτη Κέιν[8], προχωρούν σε ένα ανελέητο, καταστροφικό μοντάζ της επόμενης ταινίας του, με τίτλο Οι υπέροχοι Άμπερσον, και εγγυώνται ότι ο σκηνοθέτης δεν θα ξαναδουλέψει στο Χόλλυγουντ ποτέ[9].  Όλοι αυτοί οι «συνωμότες» δεν διαφέρουν σε τίποτα από τη Μαφία, που πράγματι ενεπλάκη ενεργά στην ιστορία του Χόλλυγουντ…[10] Στην παρέα τους και η Γκονζάλα[11], η άκρως ερωτική και αδίστακτη femme fatale, πρωταγωνίστρια σε φιλμ νουάρ αλλά και στις φαντασιώσεις όλων των αρσενικών, πρώην σύζυγος και αγαπημένη πρωταγωνίστρια του Πρόσπερο / Όρσον Ουέλς.

Ο Πρόσπερο / Όρσον Ουέλς αποσύρεται τότε, μαζί με την κόρη του[12], σε ένα παλιό, εγκαταλελειμμένο στούντιο της «Σίκοραξ», όπου οργανώνει την εκδίκησή του, με μια ταινία-κύκνειο άσμα, η οποία θα περιέχει όλα όσα αποστρέφεται το Χόλλυγουντ της εποχής: μη γραμμική αφήγηση, αποσπασματικές εικόνες, αστραπιαίες αλλαγές πλάνων, απότομο μοντάζ, εναλλαγή από το έγχρωμο στο ασπρόμαυρο κλπ.[13]  Αρωγοί του στο –κατά τη δική του εκτίμηση– αριστούργημα αυτό είναι ο Άριελ[14], ένας πιστός οπερατέρ, έτοιμος να εκπληρώνει απνευστί κάθε τρελή ιδέα του ειδώλου του, και ο Κάλιμπαν[15], που εξαναγκάζεται να εκτελεί όλες τις τεχνικές αγγαρείες πάνω στο πλατό. Ο Κάλιμπαν ήταν κάποτε ηθοποιός της «Σίκοραξ», η οποία, αγνοώντας το ταλέντο του, του επεφύλαξε μια ακραία τυποποίηση στον ρόλο του ειδεχθούς δολοφόνου, ενώ ο Πρόσπερο / Όρσον Ουέλς έχει υποσχεθεί να του προσφέρει ρόλους που του αξίζουν, εάν δεχτεί να τον ακολουθήσει – φυσικά, αθετεί την υπόσχεση αυτή και μετατρέπει τον Κάλιμπαν σε σκλάβο του, τον οποίο παρακολουθεί και διατάζει διαρκώς.

Πράγματι, οι συνωμότες προσκαλούνται να παρακολουθήσουν πλάνα από την ταινία αυτή, ώστε να προσφέρουν χρηματοδότηση για την ολοκλήρωσή της, χωρίς βέβαια να γνωρίζουν περί τίνος πρόκειται, ούτε ποιος είναι ο δημιουργός της. Ξαφνικά, ανακαλύπτουν ότι πρωταγωνιστούν στην ταινία οι ίδιοι, ευρισκόμενοι σε ένα πάρτι που –τι αλλόκοτο– εξελίσσεται ακόμα, και, όντας μεθυσμένοι, βουτούν στην πισίνα, μέσα στην οποία προκαλείται μια τρικυμία, νιώθουν να πνίγονται, και ξαφνικά ξυπνούν, εκείνοι και τα τσιράκια τους, σ’ ένα εξωτικό νησί[16].

Είναι το νησί που έχει δημιουργήσει ο Πρόσπερο / Όρσον Ουέλς με παλιά σκηνικά και παρωχημένο εξοπλισμό που βρήκε στο στούντιο. Εκεί οι συνωμότες οδηγούνται στην τρέλα, μέσα από οπτασίες που ο σκηνοθέτης δημιουργεί χάρη στην κινηματογραφική τέχνη του[17]· εκεί γνωρίζονται και ερωτεύονται η Μιράντα με τον γιο του Αλόνζο, τον Φερντινάντο[18], υπό τη σκηνοθετική μπαγκέτα του Πρόσπερο / Όρσον Ουέλς· εκεί λαμβάνει χώρα και η γελοιοποίηση του κωμικού διδύμου Στέφανο και Τρινκούλο[19], που οδηγούνται στην παρενδυσία και την κωμική συνωμοσία χάρη στις υποσχέσεις του Κάλιμπαν ότι θα τους κάνει αρχηγούς του στούντιο· και, βέβαια, εκεί επανενώνονται οι δύο σύζυγοι, ο ιδιοφυής δημιουργός και η παντοτινή πρωταγωνίστριά του.

Τελικά, αποκαλύπτεται σε όλους ότι υπέφεραν επειδή είχαν αδικήσει τον Πρόσπερο / Όρσον Ουέλς. Ειλικρινά μεταμελημένοι, αναγνωρίζουν την ιδιοφυία του και ζητούν συγχώρεση. Όλοι συμφιλιώνονται, ο Πρόσπερο / Όρσον Ουέλς αντιλαμβάνεται τη ματαιότητα των πάντων, απαρνιέται την τέχνη του και κλείνει τους λογαριασμούς του με τον κόσμο, αποχαιρετώντας όσα τον κατέστησαν συγχρόνως μεγάλο και παρία, με μια γιορτή-γύρο του θριάμβου που θυμίζει το γκραν φινάλε του φελινικού 8 ½

Η καταιγίδα πέρασε, τα μάγια λύθηκαν, η ταινία και η παράσταση τελείωσε. Η ιστορία ξαναγυρίζει στην αφετηρία της, σαν να μη συνέβη τίποτα. Η ζωή ξαναρχίζει, όπως ήταν και πριν, για τους ήρωες του δράματος και για τους θεατές.

 

Γιατί είμαστε, φτωχοί εμείς,  

από το ίδιο υλικό που είναι φτιαγμένα τα όνειρα,  

και η μικρή ζωούλα μας τελειώνει μ’ έναν ύπνο…

 

Έρι Κύργια


[1] Η άλλη πλευρά του ανέμου ξεκίνησε την περιπέτειά της τη δεκαετία του ’70, οπότε γυρίστηκε μεν, αλλά δεν μονταρίστηκε ποτέ. Ο ίδιος ο Ουέλς δούλευε πάνω στην ταινία αποσπασματικά έως τον θάνατό του, ουδέποτε όμως κατέληξε σε μια μορφή της για κυκλοφορία. Παρά τις προσπάθειες πολλών να συγκεντρωθούν χρήματα και υλικό ώστε να ενωθούν τα κομμάτια της, η ταινία αποπερατώθηκε μόλις το 2018, 33 χρόνια μετά τον θάνατο του Ουέλς, υπό την καλλιτεχνική διεύθυνση των συντελεστών της Φρανκ Μάρσαλ (παραγωγός) και Πήτερ Μπογκντάνοβιτς (ηθοποιός) και χάρη στη χρηματοδότηση από το Netflix. Στην ταινία γινόμαστε μάρτυρες της τελευταίας μέρας εν ζωή του διάσημου σκηνοθέτη Τζέικ Χάναφορντ, ο οποίος διοργανώνει ένα πάρτι προβολής υλικού της νέας του ταινίας. Ακολουθώντας τη λογική της «ταινίας μέσα στην ταινία», ο Ουέλς απεικονίζει σεκάνς από το φιλμ του Χάναφορντ, ένα επιτηδευμένο ρομάντζο χωρίς διαλόγους. Κατά τη διάρκεια του πάρτι ο σκηνοθέτης περιτριγυρίζεται από συνεργάτες και επίδοξους συνεργάτες, ανθρώπους των ΜΜΕ και κριτικούς, που όλοι προσπαθούν να τον προσεγγίσουν για να ικανοποιήσουν ναρκισσιστικές φιλοδοξίες τους. Στην εν πολλοίς αυτοαναφορική ταινία του, ο Ουέλς κριτικάρει τη βιομηχανία που τον αποθέωσε και του φέρθηκε ατιμωτικά ταυτόχρονα. Τα συνταρακτικά και γεμάτα πάθος πλάνα της ταινίας, όσο μπερδεμένα και αν είναι, κι όσο δύσκολο να ακολουθήσεις την αφήγησή τους, αποτελούν μια μοναδική ματιά στη φαντασία ενός σπουδαίου σκηνοθετικού μυαλού και μιας σαρωτικής ιδιοφυίας.

[2] Ο Ουέλς πίστευε πως οι ταινίες ήταν αποτέλεσμα μιας σειράς ατυχημάτων, με τον σκηνοθέτη να αποφασίζει εάν το ατύχημα θα οδηγήσει κάπου αλλού την ταινία ή θα κοπεί στο μοντάζ.

[3] Ο τίτλος του έργου του Ουίλλιαμ Σαίξπηρ The Tempest έχει καθιερωθεί στα ελληνικά ως Η τρικυμία, όμως ο σκηνοθέτης της παράστασης επιλέγει την απόδοση του τίτλου ως Η καταιγίδα.

[4] Αναφορά σε πραγματικό γεγονός από τη ζωή του Όρσον Ουέλς.

[5] Η «Σίκοραξ» αντιπροσωπεύει τα μεγάλα στούντιο της Χρυσής Εποχής του Χόλλυγουντ, που κυριάρχησαν κατά τις δεκαετίες 1920-1960, έθεταν τους όρους δημιουργίας των ταινιών και καθόριζαν την τύχη τόσο των ίδιων των ταινιών όσο και των δημιουργών και των πρωταγωνιστών τους, επιβάλλοντας συχνά την πλήρη τυποποίησή τους σε ρόλους που τους έκαναν αγαπητούς στο μεγάλο κοινό. Οι απαράβατοι αυτοί όροι ήταν ιδιαζόντως σκληροί, προέβλεπαν εξαντλητικά μαθήματα υποκριτικής, φωνητικής και χορού, ηθικές ρήτρες, ενώ υποχρέωναν τους ηθοποιούς σε αυστηρές δίαιτες και ολοκληρωτικές αλλαγές στα ονόματα και την εμφάνισή τους, και επεκτείνονταν στη ζωή τους εκτός στούντιο, μη διστάζοντας ακόμη και να προωθούν ερωτικές σχέσεις για λόγους δημοσιότητας, να επιβάλλουν γάμους, χωρισμούς, διακοπές κυήσεων και πολλά άλλα.

[6] Ο Αντόνιο αντιπροσωπεύει όσους εμπιστεύτηκε ο Όρσον Ουέλς στην αρχή της καριέρας του και οι οποίοι, υπακούοντας στις διαταγές των αφεντικών των μεγάλων στούντιο, του γύρισαν την πλάτη προκειμένου να μη χάσουν την εύνοιά τους και, συνεπώς, τις καριέρες τους ως αστέρες του Χόλλυγουντ.

[7] Ο Αλόνζο αντιπροσωπεύει όλα τα μεγάλα αφεντικά του Χόλλυγουντ, αλλά πιο ειδικά τον μεγιστάνα των ΜΜΕ Ράντολφ Χερστ, ο οποίος, διακρίνοντας χτυπητές ομοιότητες ανάμεσα στον ίδιο και τον ήρωα του Πολίτη Κέιν, Τσαρλς Φόστερ Κέιν, διέταξε τον αφανισμό της ταινίας, αλλά και του ίδιου του Ουέλς.

[8] Η πρώτη ταινία του Όρσον Ουέλς, παραγωγής 1941, που φανέρωσε την ιδιοφυία του και έμελλε να βρίσκεται σχεδόν πάντα στην πρώτη θέση της λίστας με τις καλύτερες ταινίες όλων των εποχών.

[9] Αναφορά σε πραγματικές ταινίες και πραγματικά γεγονότα από τη ζωή του Όρσον Ουέλς.

[10] Η ομάδα των «συνωμοτών» αντιπροσωπεύει τους ήρωες και το ύφος του φιλμ νουάρ, του κινηματογραφικού είδους που άνθισε στο Χόλλυγουντ κατά τις δεκαετίες 1940-1950.

[11] Η Γκονζάλα απηχεί εν μέρει τη θετική ματιά πάνω στα πράγματα που φέρει ο σαιξπηρικός Γκονζάλο, και αποτελεί αναφορά στη Ρίτα Χέιγουορθ, είδωλο του Χόλλυγουντ και σύζυγο του Όρσον Ουέλς, αλλά και συνολικά στις γυναίκες της ζωής του σκηνοθέτη, καθώς και στις femmes fatales και τις βαμπ των φιλμ νουάρ της Χρυσής Εποχής του Χόλλυγουντ.

[12] Αναφορά τόσο στις πραγματικές κόρες του Όρσον Ουέλς, για τις οποίες ωστόσο υπήρξε ασθενές πρότυπο, όσο και στα πνευματικά τέκνα του – ηθοποιούς που διαμόρφωσε ή που ήθελε να διαμορφώσει ο ίδιος μέσα από την κινηματογραφική οπτική του. Η Μιράντα αποτελεί επιπλέον μια αναφορά στην Τζίντζερ Ρότζερς, και αντιπροσωπεύει τις ηρωίδες των ρομαντικών μουσικών και χορευτικών κομεντί της Χρυσής Εποχής του Χόλλυγουντ.

[13] Αναφορές στο ύφος της ταινίας Η άλλη πλευρά του ανέμου.

[14] Ο Άριελ αντιπροσωπεύει τους εικονολήπτες Γκρεγκ Τόλαντ και –κυρίως– Γκάρι Γκρέιβερ, που συνεισέφεραν αποφασιστικά στο καλλιτεχνικό έργο, το κύρος και την ιδιοφυία του Όρσον Ουέλς. Ειδικά ο δεύτερος, ένας οπερατέρ έξω από τα κυκλώματα του Χόλλυγουντ, απασχολούμενος σε B-movies και ερωτικές ταινίες, προσέγγισε ιδία πρωτοβουλία τον Όρσον Ουέλς, αφοσιώθηκε σχεδόν αποκλειστικά στο όραμά του και υπέγραψε τη φωτογραφία στην Άλλη πλευρά του ανέμου.

[15] Ο Κάλιμπαν αντιπροσωπεύει τον ηθοποιό Πήτερ Λόρρε, που έγινε γνωστός από το θρίλερ Μ, και έκτοτε τυποποιήθηκε σε ρόλους ψυχοπαθούς δολοφόνου, μην κατορθώνοντας να ξεφύγει από αυτόν, παρά τις επανειλημμένες απόπειρες που έκανε. Τον ηθοποιό ταλάνισε ο αλκοολισμός, ο οποίος τελικά στάθηκε μοιραίος για την καριέρα και τη ζωή του, μαζί με τον εθισμό από τη –για λόγους υγείας– λήψη μορφίνης. Ο Κάλιμπαν αντιπροσωπεύει επιπλέον όσους ο Όρσον Ουέλς –αλλά και κάθε δημιουργός, ίσως– εκμεταλλεύεται προκειμένου να δημιουργεί με τους όρους του. Τέλος, σκηνές του Κάλιμπαν αντιπροσωπεύουν το είδος του αιμοβόρου θρίλερ της Χρυσής Εποχής του Χόλλυγουντ.

[16] Αναφορά στο σκηνικό της Καταιγίδας του Σαίξπηρ αλλά και στο σκηνικό της ταινίας του Όρσον Ουέλς Η κυρία από τη Σαγκάη.

[17] Αξίζει να σημειωθεί ότι ο Όρσον Ουέλς είχε μαγευτεί από την τέχνη της ταχυδακτυλουργίας και της οφθαλμαπάτης, τις οποίες εξασκούσε με μεγάλη μαεστρία.

[18] Ο Φερντινάντο αντιπροσωπεύει τον Φρεντ Ασταίρ, το όνομα του οποίου έγινε συνώνυμο της ρομαντικής μουσικής κομεντί, αλλά και –πιο αμυδρά– τον Μπάστερ Κήτον.

[19] Οι δύο κωμικοί ήρωες αντιπροσωπεύουν το δίδυμο των Λώρελ και Χάρντυ (ή Χοντρού – Λιγνού) και το είδος της σλάπστικ κωμωδίας.